Θα την κάψω την Βιάννο, γιατί υπάρχει εκεί οργανωμένη αντίσταση και υποθάλπουν αντάρτες και Άγγλους και γιατί είναι φωλιά ανταρτών τα βουνά της. Αυτή ήταν η απειλή του Χάρτμαν, του Δ/τή της αστυνομίας στο Νομό Ηρακλείου, σε Βιαννίτες που είχαν συλληφθεί απ’ αφορμή το σαμποτάζ που είχε γίνει τον Ιούλιο του 1943 στο αεροδρόμιο του Καστελλίου της Πεδιάδος.
Στην επαρχία Βιάννου στο νοτιοανατολικό τμήμα του Νομού Ηρακλείου, δημιουργήθηκε ισχυρή αντιστασιακή οργάνωση, με καθολική συμμετοχή του πληθυσμού, από τις πρώτες ημέρες της ναζιστικής κατοχής, τον Ιούνιο του 1941.
Η δυναμική παρουσία ομάδας ανταρτών στα βουνά της Βιάννου από τον Γενάρη του 1943, υποχρέωσε τους Γερμανούς να διατηρούν στην Κρήτη ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις αποδυναμώνοντας άλλα μέτωπα.
Στις 8-9 Σεπτέμβρη 1943 οι αντάρτες εξουδετέρωσαν Γερμανικό φυλάκιο που είχε εγκατασταθεί στο πλησιέστερο προς το λημέρι των ανταρτών χωριό, την Κάτω Σύμη. Στις 12 Σεπτεμβρίου, σε μάχη γερμανικής στρατιωτικής μονάδας με κλιμάκιο των ανταρτών στην είσοδο του χωριού Κάτω Σύμη, οι Γερμανοί υπέστησαν μεγάλες απώλειες σε νεκρούς, τραυματίες και 12 αιχμαλώτους.
Ο Γερμανός στρατηγός, Δ/της Φρουρίου Κρήτης, Μύλλερ, σε διαταγή του προς τις στρατιωτικές δυνάμεις που εστάλησαν στη Βιάννο αναφέρει:’ Καταστρέψετε την επαρχία Βιάννου, εκτελέσετε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών και όλους όσους συλλαμβάνονται στην ύπαιθρο ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Ακολούθησαν αντίποινα προς τον άμαχο πληθυσμό. Στις ομαδικές εκτελέσεις, που έγιναν από τις 14 έως τις 16 Σεπτέμβρη, 401 κάτοικοι της περιοχής έχασαν τη ζωή τους και 980 κατοικίες σε 10 χωριά καταστράφηκαν. Σε δεκάδες ανέρχονται οι τόποι, όπου έγιναν οι ομαδικές εκτελέσεις στα χωριά και στις αγροτικές περιφέρειες της Επαρχίας Βιάννου και στα γειτονικά της Επαρχίας Ιεράπετρας.
Στη φοβερή ώρα της δοκιμασίας, οδηγούμενοι στην εκτέλεση οι πατριώτες, έδειξαν το μεγαλείο της ψυχής των και τη δύναμη τους. Κανείς δεν λύγισε, κανείς δεν έκλαψε, κανείς δεν παρακάλεσε. Όλοι τους δέχτηκαν τις θεριστικές βολές με το θάρρος και την υπερηφάνεια που χαρακτηρίζει την Κρητική ψυχή. Όλοι τους απλά και ήρεμα, όπως ταιριάζει στους αληθινούς γενναίους, δέχτηκαν κατάστηθα τα δολοφονικά βόλια, ζητωκραυγάζοντας για την πατρίδα και την ελευθερία. Απ’ όσους επέζησαν, τους μόνους μάρτυρες των τραγικών εκείνων στιγμών, κανείς δεν ανέφερε περίπτωση λιποψυχίας. Αντίθετα, ανέφεραν περιπτώσεις αρκετών που αντέδρασαν κι έπεσαν νεκροί ύστερα από πάλη με τους δολοφόνους τους.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις του Βασίλη Πνευματικάκη στον Βαχό, του Αποστόλη Βαρδάκη στον Άγιο Βασίλειο, στην επίθεση που έκαμαν στους δολοφόνους τους. Χαρακτηριστικά τα ενθαρρυντικά λόγια και οι ζητωκραυγές για την πατρίδα του Ηρακλή Πνευματικάκη στο Βαχό, του Νίκου Τσαγκαράκη, Μανώλη Μπαριτάκη και Νίκου Μαθιουδάκη στ’ Αμιρά, του Στάθη Μάστορα στον Άγιο Βασίλειο που έψαλε τον Εθνικό Ύμνο, τα λόγια «θάρρος μπαμπά, για την πατρίδα πεθαίνουμε» της 17χρονης μαθήτριας Μαρίας Χ. Παπαδημητροπούλου προς τον πατέρα της, που τον έβλεπε δακρυσμένο γιατί σκεφτόταν το χαμό της κόρης του.
Μια όμως μαρτυρία, που βρήκε και καταχώρησε ο ιστορικός της εποχής εκείνης Γιάννης Μουρέλλος στο έργο του «Ιστορία της Κρήτης» μας λέει πολλά. Γράφει:«Όπως με διαβεβαίωσαν αυτήκοοι μάρτυρες, ένας Γερμανός έφεδρος αξιωματικός, ενώ διατελούσε σε ευθυμία από κρασί που έπινε μαζί τους, άρχισε να λέει:Έχω παρακολουθήσει πολλές εκτελέσεις σε άλλες χώρες που έχομε κατακτήσει. Μα αυτό που συνάντησα στα χωριά της Βιάννου δεν το (δα πουθενά. Άντρες και γυναίκες αντίκριζαν τον θάνατο ψύχραιμα και στήναν το κορμί τους περήφανα μπροστά στις κάνες των τουφεκιών. Μήτ’ ένας τους δεν έκλαψε, μήτ’ ένας τους δεν ζήτησε οίκτο ή χάρη. Μα τη ζωηρότερη εντύπωση μου έκανε ένας ογδοντάρης σ’ ένα χωριό της Βιάννου. Βρισκότανε στη μέση, στη γραμμή των ανδρών που θα εκτελούσαμε. Ζήτησε να πει κάτι στον αξιωματικό. Πλησίασα μ’ ένα διερμηνέα. Αυτός βγήκε από τη γραμμή και βγάζοντας το δακτυλίδι του μου το πρόσφερε λέγοντας: «Πάρε τούτο το δακτυλίδι. Σου το χαρίζω, για να θυμάσαι σ’ όλη σου τη ζωή πως σκότωσες έναν αθώο γέρο 80 χρονών» Έπειτα ο γέρος γύρισε ατάραχος στη γραμμή του προσπαθώντας να σηκώσει το γέρικο κορμί του, όσο του επέτρεπαν τα χρόνια του. Σάστισα και πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα, όσο να βρω την ψυχραιμία να θυμηθώ την εντολή που είχα λάβει. Και όμως τη στιγμή που έλεγα «πυρ» έτρεμα σύγκορμος. Ποτέ δεν θα ξεχάσω την τραγική εκείνη στιγμή».
Το ομολογεί και άλλος Γερμανός για τους Κρητικούς. Ο στρατηγός Αντρέ, Διοικητής Φρουρίου Κρήτης, ο οποίος αιματοκύλισε την Κρήτη με τις εκατοντάδες των εκτελέσεων που διέταξε σε πολλά χωριά της Κρήτης, είπε στο Σουηδό αντιπρόσωπο του Δ.Ε.Σ. όταν τον επισκέφτηκε: «Οι Κρητικοί, όταν βρίσκονται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα έχουν πάνω τους κάτι το μυθώδες. Είναι τόσο περήφανοι την τραγική εκείνη ώρα του θανάτου, που είναι αδύνατο να μην τους θαυμάσεις».
Και είναι πολλά τα περιστατικά που δείχνουν την αντρειοσύνη, την παλικαριά, και τον πραγματικό ηρωισμό των ηρώων της 14ης Σεπτέμβρη μπροστά στο θάνατο.
Είναι όμως πολλές, από την άλλη μεριά, οι βάρβαρες και απάνθρωπες εκδηλώσεις των γερμανών εκείνες τις ημέρες:
Ο φόνος με ξιφολόγχη των αδελφών Βαρδάκη στον Άγιο Βασίλειο, ο βασανισμός κατά την εκτέλεση των παιδιών του Βερβελάκη,
το ξεκοίλιασμα της εγκύου Αικατερίνης Παπαδημητροπούλου στη Λυγιά,
ο φόνος της Συγγελάκη με το μικρό στην αγκαλιά της στο Λουτράκι,
ο φόνος των αδελφών Παπαδάκη στην Πάνω Σύμη με την ανάπηρη μάνα στα χέρια τους,
η εκτέλεση του αναπήρου Γεωργίου Κοντάκη με ξιφολόγχη στο Κεφαλοβρύσι,
η εκτέλεση του εξαετούς αγοριού (Συμβουλάκη) στην αγκαλιά του πατέρα του στη Λυγιά
και πολλά άλλα που δεν έγιναν γνωστά.
Στις 17 του Σεπτέμβρη οι ομαδικές εκτελέσεις σταμάτησαν.
Η γριά Συγγελάκαινα στ’ Αμιρά θρήνησε τον άντρα της και τέσσερις γιους της.
Η οικογένεια Βερυκοκάκη θρήνησε 17 μέλη της
Η οικογένεια Ραπτάκη 12 συγγενείς εξ αίματος και 10 γαμβρούς
Η οικογένεια Ηλιάκη 10 αδερφούς και εξαδέλφους Τρεις αδελφούς Βασιλάκη
Η Μαρία Γ. Χαλκιαδάκη έχασε τον άνδρα της, τον πεθερό της, τον κουνιάδο της, δύο πρώτους θείους της και έξη πρώτα ξαδέλφια.
Ο Ματθαίος Χρηστάκης ή Σύλλας στήθηκε στη γραμμή μαζί με δύο γιους του και τέσσερις γαμβρούς του.
Η Χατζάκαινα στον Άγιο Βασίλειο έχασε τον άντρα της, το γιο της και τον γαμβρό της.
Σκοτωμένη στα χωράφια του Λουτρακίου η Ζαχαρένια Ρηνάκη με το 6 μηνών μωρό στην αγκαλιά της κρεμασμένο στο βυζί της και δίπλα η μάνα της και η πεθερά της σκοτωμένες και αυτές.
Πέντε νεκρούς θρήνησε και η οικογένεια Δημητριανάκη από τα Γδόχια.
Δεκάδες τα σπίτια με δύο νεκρούς.
Δεκάδες οι οικογένειες που θρήνησαν δέκα, δεκαπέντε και είκοσι νεκρούς, συζύγους, γονείς αδέλφια και ξαδέλφια. Σε 401 ανήλθαν οι νεκροί στα χωριά της Βιάννου και της Ιεράπετρας στις τρεις αποφράδες ημέρες του 1943, για να φτάσουν τους 461 μαζί μ’ αυτούς που σκοτώθηκαν σ’ όλο το διάστημα της κατοχής. 8 μηνών ήταν το πιο μικρό, αγέννητο, στην κοιλιά της μάνας του, 96 χρονών ήταν ο πιο μεγάλος (Εμμ. Δασκαλάκης από τ’Αμιρά)
127 ήταν πάνω από 60 χρονών. Από αυτούς:
οι 60 ήταν από 60 έως 69 ετών
οι 47 ήταν από 70 έως 79 ετών
οι 16 ήταν από 80 έως 89 ετών
οι 3 ήταν 90, 93 και 96 ετών
20 ήταν γυναίκες.
Αγρότες ήταν οι πιο πολλοί, αλλά και κτηνοτρόφοι, επαγγελματίες και έφεδροι αξιωματικοί. Ανάμεσα τους 2 κληρικοί, 5 δάσκαλοι, 1 καθηγητής 1 δικηγόρος και 1 υπάλληλος των Τ.Τ.Τ.
Το Ολοκαύτωμα της Βιάννου, οι θηριωδίες των Ναζί, παραμένουν άγνωστα γεγονότα στο ευρύτερο κοινό, στην Ελλάδα και διεθνώς. Λιγοστοί είναι και στην Γερμανία ενήμεροι, κι αυτοί περιορίζονται στους λίγους τουρίστες που τα τελευταία χρόνια επισκέπτονται το Ηρώο καταγράφοντας τα συναισθήματα τους στο εκεί τηρούμενο βιβλίο. (Γ. Δ. Χρηστάκης, Ηράκλειο Κρήτης) (εἰκόνα)
Πηγή